Το μελισσοκέρι εμφανίστηκε σαν πρώτη ύλη για κεριά κατά τον μεσαίωνα. Τα κεριά από μελισσοκέρι ήταν καλύτερα από εκείνα που ήταν φτιαγμένα από λίπος, καθώς δεν κάπνιζαν και δεν ανέδιδαν δυσάρεστη μυρωδιά όταν καίγονταν. Η βιομηχανία κεριών εξελίχθηκε κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα με την εξάπλωση δύο βασικών συστατικών της σύγχρονης κηροπλαστικής, της παραφίνης και της στεατίνης. Μέχρι σήμερα όταν λέμε “να ανάψουμε ένα κερί” το μυαλό μας πηγαίνει στο κερί παραφίνης ή στο κερί σόγιας. Και τα δύο έχουν σημαντικά μειονεκτήματα συγκριτικά με τα φυσικά κεριά από πραγματικό κερί.
Η καύση των κεριών μέλισσας είναι ασφαλέστερη εναλλακτική λύση από την καύση του κεριού παραφίνης (υποπροϊόν πετρελαίου), του οποίου η αιθάλη απελευθερώνει τεκμηριωμένα 11 τοξικές ουσίες, όπως βενζόλιο, ακετόνη, ξυλόλιο, φορμαλδεύδη, ακεταλδεύδη στον αέρα και στους πνεύμονες. Η αιθάλη της καύσης κατηγορείται για βλάβες στους πνεύμονες, άσθμα και αλλεργίες, ενώ τρεις από τις εκπεμπόμενες χημικές ενώσεις, (φορμαλδεΰδη, τολουόλιο και βενζόλιο) είναι γνωστές καρκινογόνες. Επίσης το κερί παραφίνης περιέχει βλαβερά δευτερεύοντα συστατικά, όπως συνθετικό άρωμα, χημικά βελτιωτικά, χρωστικές, μόλυβδο από τα φυτίλια που συχνά κατασκευάζονται από λευκασμένο βαμβάκι. Όλα αυτά μαζί συνθέτουν ένα δυνατό τοξικό κοκτέιλ. Σίγουρα δεν πρόκειται για ανανεώσιμο πόρο και επιπλέον αυξάνουν την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Στο κερί σόγιας, έχουμε θετικά και αρνητικά σημεία, γιατί όλα τα κεριά σόγιας δεν είναι ίδια. Η σόγια διαχέει στο χώρο πολύ καλά τα συστατικά και το άρωμά της, αλλά δε διατηρεί πολύ καλά το άρωμα. Σ’ αυτήν την περίπτωση προστίθενται συνθετικά αρώματα. Επίσης μεγάλη ποσότητα της σόγιας, που χρησιμοποιείται για παρασκευή κεριών, είναι εμποτισμένη με ζιζανιοκτόνα και φυτοφάρμακα. Εάν όμως επιλέξουμε σωστά, δηλαδή, κερί σόγιας η οποία είναι καθαρή από φυτοφάρμακα, συνθετικά αρώματα, χωρίς προσθήκη παραφίνης και έχει οικολογικό φυτίλι, τότε έχουμε ένα οικολογικό κερί με μεγάλο χρόνο καύσης, καθαρή φλόγα, που μπορεί να μεταφέρει ευεργετικά συστατικά στον αέρα του χώρου μας. Και σίγουρα είναι ανανεώσιμη πηγή ενέργειας και ουσία βιοδιασπώμενη.
Η καύση του κεριού της μέλισσας είναι καλύτερη όλων. Η ουσία αυτή εκκρίνεται από τους αδένες των εργατριών μελισσών για να φτιάξουν την κηρήθρα. Όταν γεμίσουν τα κελιά τους με γύρη και μέλι, τα κλείνουν αεροστεγώς με κερί. Αυτό το συγκεκριμένο κερί έχει τη μεγαλύτερη αξία. Είναι το πιο καθαρό με τα περισσότερα θρεπτικά και πολύτιμα συστατικά. Το χρώμα του είναι φωτεινό και καθαρό. Το λευκόχρωμο φιλμ που εμφανίζεται στην επιφάνειά του (πάχνιασμα ή στάχτωμα το ονομάζουν οι μελισσοκόμοι) είναι δείκτης καθαρότητας και είναι η πρώτη επιλογή για την κοσμετολογία. Το σκούρο χρώμα στο μελισσοκέρι μπορεί να σημαίνει ότι έχει μολυνθεί ή υπερθερμανθεί.
Η μέλισσα παράγει λευκό κερί (cera alba), κατόπιν όμως το επεξεργάζεται στο στόμα της κι εκεί αποκτά το κίτρινο χρώμα (cera flava), αφού προστέθηκε γύρη και πρόπολη. Στο κερί έχουν βρεθεί και απομονωθεί 300 συστατικά και ακόμη το 7% είναι ανεξερεύνητο.
Τα αγνά μελισσοκέρια δε στάζουν και έχουν μεγάλο χρόνο καύσης. Καθώς το κερί καίει εκπέμπονται αρνητικά ιόντα, που καθαρίζουν τον αέρα, δημιουργώντας ενώσεις με τα θετικά που είναι αυτά που κρατούν στον αέρα σκόνη, γύρη, οσμές κ.λ.π, καθαρίζοντας έτσι τέλεια τον αέρα του χώρου μας. Καθώς καίγεται το μελισσοκέρι προσφέρει πλούσιο ζεστό φως, διακριτική φυσική ζεστή μυρωδιά, χωρίς καμία τοξικότητα. Και όλα αυτά από μια ανανεώσιμη φυσική πηγή!
Όλες αυτές οι εξαιρετικές ιδιότητες χρησιμοποιούνται σήμερα σε χώρους που η ποιότητα του αέρα έχει μεγάλη σημασία. Ένα “πράσινο” εστιατόριο που προσφέρει βιολογικά προϊόντα ή δεν επιτρέπει το κάπνισμα, σίγουρα θα πρωτοτυπήσει ανάβοντας μελισσοκέρι στα τραπέζια του, καίγοντας κερί που δεν βλάπτει τους θαμώνες.
Το ίδιο ισχύει και για τους επισκέπτες ενός spa. Το μελισσοκέρι όχι μόνο θα δημιουργήσει ατμόσφαιρα, μοναδικά ζεστή και χαλαρωτική αλλά επίσης θα καθαρίσει τον αέρα του χώρου.
Τι πιο ταιριαστό από ένα αναμμένο μελισσοκέρι σε χώρους γιόγκα και διαλογισμού, βοηθώντας στη συγκέντρωση και καθαρίζοντας την ατμόσφαιρα.
Και πάνω απ’ όλα στους προσωπικούς μας χώρους, όπου ζούμε και κινούμαστε εμείς, τα παιδιά μας και τα κατοικίδιά μας. Χώροι μελέτης και συγγραφής μεταμορφώνονται από το ιδιαίτερο ζεστό, πλούσιο φως του κεριού της μέλισσας.
Και φυσικά η χρήση και η αγορά του ενισχύουν και ενθαρρύνουν τους μελισσοκόμους μας, να διατηρήσουν τον βασικότερό μας επικονιαστή.
Με όλα τα παραπάνω καταλήγουμε να συνειδητοποιούμε πραγματικά, πόσο μεγάλο δώρο στον άνθρωπο είναι το μελισσοκέρι.
Είναι πάρα πολύ σημαντικό για τον καταναλωτή να επιλέγει κεριά που να αναγράφουν 100% αγνό κερί μέλισσας έτσι ώστε να επωφελείται των ιδιοτήτων του. Κι αυτό γιατί η νομοθεσία ονομάζει μελισσοκέρι οποιοδήποτε κερί έχει αναλογία 51% κερί μέλισσας μαζί με άλλα πρόσθετα, αφού σε αυτό το ποσοστό δε χάνονται οι ιδιότητες του μελισσοκεριού.
Δήμητρα Ζούση (φυτοθεραπεύτρια, κοσμετο-φυτολόγος)