Με περισσότερες εκπονήσεις και δημοσιεύσεις ερευνών στον γενικό πληθυσμό, η μπίλια της θνησιμότητας του κορωνοϊού, από το «θα πεθάνουμε όλοι αν δεν κάτσουμε σπίτια μας» ποσοστό του 1% και του 5%, πόσο μάλλον του 10-15%, κάθεται μάλλον ανεπιστρεπτί στο 0,4% με 0,1%. Ενδεικτικά, η έρευνα της Decode στην Ισλανδία από νωρίς έδειχνε 0,3%, τα νούμερα στην Κωμόπολη Vo στην Βόρεια Ιταλία έδειχναν 0,33% και μέσω αυτών επετεύχθη η εξαφάνιση της πανδημίας εκεί, η πρόσφατη μελέτη στην πόλη Gangelt στην Γερμανία έδωσε 0,34% και ακόμη πιο πρόσφατη έρευνα του Στάνφορντ στη Σίλικον Βάλλεϊ έδειξε ποσοστά από 0,1 εώς 0,2%. Εδώ να τονιστεί ότι όταν αναφερόμαστε σε ποσοστά θνησιμότητας, εννοούμε το πόσοι από αυτούς που έχουν προβληθεί από τον ιό, θα πεθάνουν από αυτόν. Στον γενικό πληθυσμό τα ποσοστά αυτά είναι κατά πολύ μικρότερα.

Τα ποσοστά αυτά δεν είναι ποσοστά του «δεν τρέχει τίποτε» αλλά είναι σίγουρα ποσοστά που εξανεμίζουν τον πανικό και την προπαγάνδα του.

Για όποιον έχει κάποια εξοικείωση με την ιστορία των καινών επιδημιών, αυτό το φαινόμενο δεν είναι πρωτόγνωρο.

Στην μεγάλη προπαγάνδα της γρίπης των χοίρων το 2008-2009, είχαμε ακριβώς την ίδια στατιστική διόγκωση, με τα ποσοστά θνησιμότητας να ξεκινάνε από το 10%, για να κάτσουν τελικά στο 0,2%.

Η μεγάλη διαφορά είναι ότι τότε, η δουλειά είχε στηθεί για να πουληθούν εμβόλια και φάρμακα που ήταν έτοιμα ή σχεδόν έτοιμα και δεν υπήρχε μπροστάρης όπως η Κίνα για να επιβληθούν καραντίνες. (Περισσότερα για αυτά τα θέματα, μπορείτε να διαβάσετε στο βιβλίο μου Θανάσιμες Θεραπείες, εκδ. Etra, 2011, που παραμένει ένας φάρος κι ένα από τα πιο σημαντικά σημεία αναφοράς στα ζητήματα αυτά.)

Με το τεράστιο ποσοστό μη καταγεγραμμένων κρουσμάτων να υπολογίζεται από την μελέτη του Στάνφορντ από 50 έως 80 φορές πάνω από το καταγεγραμμένο, πολλές από τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί πρέπει να ειδωθούν υπό άλλο πρίσμα, που καθόλου κολακευτικό δεν είναι, όχι μόνο για αυτούς που τις έλαβαν αλλά και για αυτούς που τις δέχτηκαν, επικρότησαν και χειροκρότησαν, καθώς ουσιαστικά χειροκρότησαν τον οικονομικό τους θάνατο.  

Με έναν στους έξι Νεοϋορκέζους να έχουν ήδη προσβληθεί πριν την καραντίνα όπως δείχνουν οι στατιστικές προβολές, η καραντίνα ήταν απλά αδύνατο να ανασχέσει την επιδημία εκεί και ίσως να επιτάχυνε κιόλας την επέκτασή της μέχρι του σημείου της επίτευξης φυσικής ανοσίας αγέλης. Το ίδιο συμβαίνει και σε συγκεκριμένες περιοχές της Β. Ιταλίας και Ισπανίας, κι αυτό αποτελεί ισχυρό δείκτη του πόσο καταστροφική και μάταια είναι η λογική της μαζικής καραντίνας αντί των επιλεκτικών προσεγγίσεων, με οδηγό τα τεστ και την ιχνηλάτιση.

Αυτό συμβαίνει όταν κυβερνήσεις και πληθυσμοί πορεύονται στο άγνωστο με βάρκα τον κινεζικό αυταρχισμό.

Οι επιπτώσεις του πανικού και της καραντίνας, φαίνεται πλέον να είναι μεγαλύτερες από την ίδια την επίπτωση της πανδημίας: Πέρα από την τεράστια οικονομική ζημιά που ξεπερνά κατά πολύ την κρίση του 2009 κι ενώ σίγουρα δεν είναι λίγοι οι νεκροί της πανδημίας, το άθροισμα των νεκρών από ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, από παραμέληση άλλων νοσημάτων, από στρες, και πιθανόν και από ιατρικά λάθη, μάλλον ξεπερνούν τα θύματα από τον ίδιο τον ιό και θα έχουν και μακροχρόνιες επιπτώσεις.

Το δόγμα «αντιμετωπίστε τα πάντα σαν κορωνοϊό», είχε καταστροφικές συνέπειες.

Η πανδημία της προπαγάνδας, του πανικού, της αμέλειας, του ανορθολογισμού, της προχειρότητας και του φασισμού, πιθανόν να ήταν χειρότερη από την πανδημία του ιού.

Ηγέτες όπως ο Τζόνσον και ο Τραμπ, χαρακτηρίστηκαν ως ανθρωπόμορφα τέρατα που δεν τους νοιάζουν οι ανθρώπινες ζωές, όταν στην πραγματικότητα, ο πραγματικός φασισμός ήταν το να υφαρπάξει το κράτος ελευθερίες και δικαιώματα και ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού όχι μόνο να το επικροτεί αυτό αλλά και να θεωρεί όσους δεν συμφωνούν με αυτό δημόσιους κινδύνους. Γιατί κυρίες και κύριοι, πραγματικός φασισμός είναι όταν μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού μετέχει αυτού.   

Όλο και περισσότερες χώρες, ανοίγουν τις καραντίνες. Αλλά το κάνουν με έναν τρόπο που δεν αφήνουν πλήρως τον απόλυτο έλεγχο που επετεύχθη πάνω στον πληθυσμό.

Έτσι οι κυβερνήσεις θα συνεχίζουν να ορίζουν ποιοι τομείς της κοινωνικής ζωής και οικονομικής ζωής θα ανοίγουν και ποιοι θα κλείνουν, συνεχίζοντας να έχουν θεϊκές, ή αν θέλετε βασιλικές εξουσίες πάνω στις ζωές μας.  

Όπως δήλωσε αποκαλυπτικά ο κος Μόσιαλος, εκπρόσωπος της κυβέρνησης σε διεθνείς οργανισμούς για την αντιμετώπιση της πανδημίας, δεν θα υπάρχει επιστροφή σε πλήρη κανονικότητα. Το οποίο, όπως άλλωστε συνέβη και με τα μνημόνια, μεταφράζεται στο «θα υπάρξει επιστροφή στην νέα κανονικότητα», με ορίζοντα την επιβολή υποχρεωτικού εμβολίου, τουλάχιστον για τις ευπαθείς ομάδες, αν όχι για όλους. Υπήρξαν κι άλλοι αξιωματούχοι που έκαναν παρόμοιες δηλώσεις.

Αυτές τις νέες κανονικότητες είναι που πρέπει να φοβόμαστε περισσότερο.

Το 2005, είχα δώσει τον τίτλο Θανάσιμες Θεραπείες στο βιβλίο που είχα ξεκινήσει να γράφω τότε, παρακινούμενος από την προπαγάνδα της εποχής για την γρίπη των πουλερικών.

Δεδομένου του ότι σε αρκετές χώρες όπου έγιναν πολλά κατά μέσο όρο τεστ στον γενικό πληθυσμό, με πρώτες και καλύτερες την Ισλανδία, τις νήσους Φερόε και με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ και το Μπαχρέιν να ακολουθούν, η επιδημία του κορωνοϊού διακόπηκε στο ξεκίνημά της, η μαζική και το ξανατονίζω η μαζική καραντίνα, μοιάζει με θανάσιμη θεραπεία.

Με την εξαίρεση του ότι δεν είναι καν θεραπεία, σε τυχόν δεύτερο κύμα της επιδημίας, όσο πληθυσμοί έχουν προσβληθεί λιγότερο την πρώτη φορά, όπως συμβαίνει π.χ. στα βαλκάνια, θα έχουν πολύ χειρότερη μοίρα, ενώ αυτοί που υπέφεραν περισσότερο και έφτασαν κοντά στην ανοσία αγέλης, δε θα επηρεαστούν περισσότερο από ότι από την εποχική γρίπη. Οι τελευταίοι έσονται πρώτοι.  

Υπάρχει ένας και μόνο τρόπος αποτελεσματικής αντιμετώπισης της οποιαδήποτε πανδημίας: Η επιστήμη και η τεχνολογία, με άλλα λόγια τεστ και ιχνηλάτιση στον γενικό πληθυσμό, με επιλεκτική απομόνωση μεμονωμένων κρουσμάτων και ομάδων.

Η γενική καραντίνα είναι ένας καταστροφικός ανορθολογικός φασισμός που στόχο έχει να αποκρυφτούν οι ευθύνες για την συρρίκνωση των συστημάτων δημόσιας υγείας και κρίσιμων υποδομών και για να περάσουν αυταρχικές ατζέντες που ελάχιστη σχέση είχαν μέχρι πρότινος με τον Δυτικό Πολιτισμό.


petros argyriou

(Ο Πέτρος Αργυρίου είναι ένας ξεχωριστός λογοτέχνης κι ένας από τους κορυφαίους Έλληνες αναλυτές, ιδιαιτέρως στο πεδίο του παρασκηνίου των παγκόσμιων πολιτικών δημόσιας υγείας. Είναι επίσης μέλος της ένωσης δημοσιογραφίας της επιστήμης Science View και μόνιμος συνεργάτης του Holistic Life. Από τις εκδόσεις ETRA κυκλοφορούν τα σχετικά βιβλία του: "Τι δεν σας λένε οι γιατροί", 2009, "Θανάσιμες Θεραπείες", 2011 και "Παρά Φύση", 2014, όλα τους μοναδικά στο είδος τους στην ελληνική εκδοτική πραγματικότητα και όχι μόνο. Εσχάτως κυκλοφορεί το τελευταίο του και πρώτο για παιδιά βιβλίο «Η Ελπίδα και οι Υπερκακοί». Το προσωπικό του blog είναι το agriazwa.blogspot.com).

Κατηγορία Inbox

Είμαστε κατακλυσμένοι από βακτήρια, ιούς, παράσιτα και μύκητες που μπορούν να μας κάνουν να αρρωστήσουμε. Και το μοναδικό πράγμα που στέκεται ανάμεσα σε αυτά και τον αφανισμό μας είναι το ανοσοποιητικό μας σύστημα.

Το ανοσοποιητικό σύστημα κάνει τόσο καλή δουλειά τις περισσότερες φορές που το σκεφτόμαστε μόνο όταν τα πράγματα πάνε στραβά. Αλλά για να παρέχεται τέτοια εξαιρετική προστασία εναντίον πλήθους παθογόνων, το ανοσοποιητικό σύστημα πρέπει να μαθαίνει συνεχώς.

Μέρη του συνόλου

Το ανοσοποιητικό σύστημα αποτελείται από δύο εξίσου σημαντικά μέρη: την έμφυτη (φυσική) ανοσία και την επίκτητη (προσαρμοστική) ανοσία.

Η έμφυτη ανοσία ανταποκρίνεται γρήγορα στους εισβολείς: τα κύτταρα φυσικής ανοσίας αντιμετωπίζουν πάνω από το 90% των μολύνσεων και τις εξαφανίζουν μέσα σε ώρες ή ημέρες. Αυτά τα κύτταρα αναγνωρίζουν τους εισβολείς αναζητώντας ευρέως κοινά μοτίβα, όπως συνήθη μόρια στην επιφάνεια των περισσότερων βακτηρίων. Για παράδειγμα, μπορούν να αναζητήσουν λιποπολυσακχαρίτες, ένα μόριο που βρίσκεται σε πολλά βακτηριακά κυτταρικά τοιχώματα.

Όταν η φυσική ανοσολογική απάντηση αποτυγχάνει να αποτρέψει μια εισβολή, οι εισβολείς αντιμετωπίζονται με την προσαρμοστική ανοσία. Αντί για γενικά πρότυπα, κάθε προσαρμοστικό κύτταρο βλέπει ένα πολύ συγκεκριμένο μοτίβο. Αυτό θα μπορούσε να είναι μια συγκεκριμένη πρωτεΐνη στην επιφάνεια ενός ιού ή βακτηρίου.

Αλλά επειδή το προσαρμοστικό ανοσοποιητικό σύστημα δεν γνωρίζει τι εισβολείς μπορεί να συναντήσει, φτιάχνει εκατομμύρια διαφορετικά κύτταρα, κάθε ένα από τα οποία δημιουργείται για να αναγνωρίσει ένα τυχαίο διαφορετικό μοτίβο. Ένα προσαρμοστικό κύτταρο μπορεί να αναγνωρίσει μόνο τον ιό της γρίπης, για παράδειγμα, ενώ ένα άλλο μπορεί να αναγνωρίσει μόνο έναν τύπο βακτηρίων.

Όταν τα προσαρμοστικά ανοσοκύτταρα αναγνωρίσουν έναν εισβολέα, αναπαράγονται έτσι ώστε να σχηματίσουν έναν στρατό για να τον σκοτώσει. Αυτή η πολύ εξειδικευμένη διαδικασία μπορεί να πάρει μια εβδομάδα την πρώτη φορά που μολυνθήκαμε από έναν νέο εισβολέα. Εάν είμαστε εκτεθειμένοι σε έναν ιό της γρίπης, για παράδειγμα, ενεργοποιείται μόνο ο μικρός αριθμός προσαρμοστικών κυττάρων που μπορούν να αναγνωρίσουν τυχαία τους ιούς της γρίπης, έτσι ώστε να καταπολεμηθεί η λοίμωξη, γι’ αυτό και χρειάζεται αρκετός χρόνος για να τον αντιμετωπίσει.

Αφού αφαιρεθεί ο εισβολέας, διατηρούνται τα προσαρμοστικά κύτταρα που τον αναγνωρίζουν, ως εξειδικευμένα "κύτταρα μνήμης". Αν ο οργανισμός έρθει σε επαφή ξανά με τον ίδιο εισβολέα, αυτά τα κύτταρα μπορούν να ανταποκριθούν πριν αρρωστήσουμε. Με αυτό τον τρόπο μαθαίνει το προσαρμοστικό ανοσοποιητικό σύστημα.

 

Συνεχής εκπαίδευση

Η παραδοσιακή κατανόηση του ανοσοποιητικού συστήματος θεωρούσε ότι τα κύτταρα φυσικής ανοσολογικής απάντησης δεν μπορούσαν να μάθουν και ότι ασχολούνταν με κάθε εισβολέα με τον ίδιο τρόπο κάθε φορά. Όμως νέα στοιχεία υποδηλώνουν ότι οι έμφυτες (φυσικές) αντιδράσεις μεταβάλλονται από προηγούμενες λοιμώξεις ή εμβολιασμούς, μέσω της "έμφυτης εκμάθησης" ή "εκπαιδευμένης ανοσίας".

Επειδή η έμφυτη εκμάθηση αλλάζει τα έμφυτα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, έχει ευρείες συνέπειες για το πώς το ανοσοποιητικό σύστημα ασχολείται με τις λοιμώξεις. Αυτό σημαίνει ότι η μόλυνση από έναν εισβολέα μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο το ανοσοποιητικό σύστημα αντιμετωπίζει έναν εντελώς διαφορετικό εισβολέα. Αντίθετα, η προσαρμοστική μάθηση οδηγεί σε πολύ ειδική προστασία από την επαναλαμβανόμενη μόλυνση από τον ίδιο εισβολέα.

Η έμφυτη μάθηση μπορεί να έχει απροσδόκητες επιπτώσεις στο πώς το ανοσοποιητικό μας σύστημα ασχολείται με δευτερογενείς λοιμώξεις (λοιμώξεις που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια ή μετά από μια διαφορετική μόλυνση). Ακολουθεί ένα παράδειγμα: το εμβόλιο "Bacillus Calmette-Guerin" (BCG) έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει από τη φυματίωση και κάνει καλή δουλειά στην προστασία από τη φυματίωση, όπως αναμενόταν. Επίσης προστατεύει από τη μόλυνση από έναν εντελώς ανεξάρτητο εισβολέα, τον μύκητα Candida albicans.

Η λοίμωξη από Candida albicans προκαλεί «καντιντίαση», πιο γνωστή ως λοίμωξη από μύκητες. Μελέτες εμβολιασμένων ασθενών με BCG είχαν προηγουμένως υποδείξει ότι ο εμβολιασμός προστατεύει από άλλες λοιμώξεις εκτός από τη φυματίωση. Αλλά το πώς συνέβη αυτό δεν ήταν κατανοητό.

Στη συνέχεια, οι ερευνητές έδειξαν ότι η προστασία από τον μύκητα συνέβη μέσα από μια βελτιωμένη έμφυτη ανοσοαπόκριση. Τα έμφυτα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος «μαθαίνουν» από το εμβόλιο και προστατεύουν από τη μόλυνση από κάντιντα για έως και τρεις μήνες μετά. Και αυτό είναι μόνο μία από τον αυξανόμενο αριθμό μελετών που δείχνουν ότι τα έμφυτα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος μπορούν να μάθουν.

Αυτές οι μελέτες επεκτείνονται σε πρωτόγονα ασπόνδυλα, συμπεριλαμβανομένων των μυγών και των κουνουπιών. Τα ασπόνδυλα στερούνται εντελώς προσαρμοστικών κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, οπότε οποιεσδήποτε αποκρίσεις ανοσοποιητικής μνήμης έχουν, προέρχονται από την έμφυτη μάθηση.

Σε ποντικούς, οι λοιμώξεις από τον ιό του έρπητα μπορούν να προστατέψουν από εντελώς διαφορετικές βακτηριακές λοιμώξεις. Αντί να αντιδρούμε με τον ίδιο τρόπο σε κάθε εισβολέα, η έμφυτη μάθηση αλλάζει τις ανοσολογικές μας απαντήσεις βάσει προηγούμενων εμπειριών.

Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι η εκμάθηση του ανοσοποιητικού επηρεάζεται έντονα από περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως η διατροφή, ο τρόπος ζωής, το περιβάλλον και οι προηγούμενες λοιμώξεις.

Οι ανοσολογικές αντιδράσεις στο ετήσιο εμβόλιο της γρίπης, για παράδειγμα, επηρεάζονται περισσότερο από περιβαλλοντικούς παράγοντες από ότι από τις γενετικές διαφορές. Αυτό υποδηλώνει ότι μπορούμε να βελτιώσουμε τις ανοσολογικές μας απαντήσεις μεταβάλλοντας τις εμπειρίες ζωής μας.

Αντί να παραμείνουμε κολλημένοι στο ανοσοποιητικό σύστημα που κληρονομούμε γενετικά, η έρευνα δείχνει ότι οι ανοσολογικές αντιδράσεις διαμορφώνονται από τις εμπειρίες της ζωής. Αυτό μας δίνει την ελπίδα ότι μπορούμε να βελτιώσουμε την ανοσία μας και να μειώσουμε την ασθένεια μέσω των αλλαγών στον τρόπο ζωής μας και στο περιβάλλον μας.


Steven Maltby, Μετα-διδακτορικός συνεργάτης Ανοσολογίας & Γενετικής, Πανεπιστήμιο του Newcastle.
Πηγή: The Conversation 

Κατηγορία Υγεία