Ο όρος κατάθλιψη έχει γίνει μέρος του καθημερινού λεξιλογίου ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων. ‘Μου είπαν ότι «έχω» Κατάθλιψη’, ‘Φοβάμαι μήπως «έχω» κατάθλιψη’, ‘Υπάρχει περίπτωση να «πάθω» Κατάθλιψη;’ και άλλα παρεμφερή είναι φράσεις –και αγωνίες- που εκφράζονται από πολλούς, σαν να αναφέρονται σε δυσεξήγητα, μοιραίας φύσης οργανικά προβλήματα ή ‘ατυχήματα’ που συμβαίνουν στον οργανισμό και που απαιτούν άμεση εξωτερική παρέμβαση και αντιμετώπιση, κάπως δηλαδή σαν να πρόκειται για εξωτερικές κακώσεις ή έστω για κάτι αντίστοιχο με λοιμώξεις, αρθρίτιδες, όγκους, καρδιολογικά προβλήματα κλπ.
Η επιθυμία για διάγνωση και αντιμετώπιση μιας κατάθλιψης φυσικά και δεν μπορεί να είναι παρά μόνο κάτι θετικό. Αυτό που δημιουργεί εντύπωση όμως είναι μια συνεχώς αυξανόμενη τάση να θεωρείται η κατάθλιψη σαν κάτι ‘ξεκομμένο’ από τον σύνολο άνθρωπο, μια ‘πάθηση’ που απλά ‘του συμβαίνει’, που ‘έρχεται και τον βρίσκει’, και η οποία δεν υπόκειται καθόλου στις δικές του δυνατότητες κατανόησης και επηρεασμού. Όλο και λιγότερο βλέπουμε τους ανθρώπους να αναρωτιούνται ‘Τι έχω; Γιατί νοιώθω έτσι; Τι με οδήγησε σε αυτά τα συναισθήματα; Τι τα συντηρεί; Τι με στεναχωρεί στη ζωή μου; Τι δεν μου αρέσει; Από τι νοιώθω ότι δεν μπορώ να ξεφύγω, τι δεν μπορώ να αλλάξω, τι θα ήθελα και τι χρειάζομαι για να είμαι χαρούμενος/η, πού και πώς περιορίζονται οι ελευθερίες μου, ποιες είναι και γιατί δεν ικανοποιούνται οι ανάγκες μου; Ποιοι είναι οι στόχοι μου στη ζωή μου, τι θέλω να εκπληρώσω για να είμαι ευτυχισμένη/ος, για να νοιώθω πληρότητα και ψυχική γαλήνη; Ποιες σχέσεις μου με στεναχωρούν, με πιέζουν, με ‘ψυχοπλακώνουν’, με κάνουν να νοιώθω θυμό, φόβο, άγχος, υπερβολική ευθύνη και ανησυχία, αδιέξοδο, πικρία, αίσθημα αδικίας, απογοήτευση, απελπισία; Πότε και γιατί νοιώθω μοναξιά; Ποιες είναι οι ανάγκες μου και γιατί δεν καλύπτονται; Ποιες από τις ανάγκες μου είναι αληθινές και δικαιούμαι και οφείλω να επιδιώξω να τις καλύψω και ποιες είναι αποτέλεσμα ψυχικών τραυμάτων, ίσως παιδικών, που με εμποδίζουν να νοιώσω επαρκής και ψυχικά ανεξάρτητη/ος προκειμένου να έχω ισορροπημένες και ικανοποιητικές σχέσεις; Μήπως κουράζομαι πάρα πολύ; Μήπως η δουλειά μου με εξαντλεί; Μήπως η συνεχής κόπωση δεν με αφήνει να ‘αναπνεύσω’, να μπορέσω να χαλαρώσω, να χαρώ αυτά που έχω, να ξεγνοιάσω στο τέλος της μέρας και να κοιμηθώ; Γιατί ξυπνάω τη νύχτα; Τι προσπαθεί το υποσυνείδητό μου να μου πει με όλα αυτά τα δυσάρεστα συμπτώματα; Μήπως τελικά ο εαυτός μου δεν είναι εχθρός μου αλλά είναι φίλος μου; Μήπως έχω παραμελήσει / ξεχάσει / δεν έχω μάθει να τον αφουγκράζομαι και να επικοινωνώ μαζί του; Μήπως προσπαθώ να του επιβάλω πράγματα που οι άλλοι / η λογική μου και τα θέλω μου / οι αντικειμενικές περιστάσεις κλπ. θεωρούν επιβεβλημένα, αγνοώντας βασικές ανάγκες μου σαν ανθρώπινο πλάσμα; Πόσο μπορώ να στρεσάρω τον εαυτό μου, πιέζοντάς τον, επικρίνοντάς τον, ενοχοποιώντας τον, απελπίζοντάς τον, μη γνωρίζοντας πώς να τον βοηθήσω να δυναμώσει, να ενισχυθεί, να δει καθαρά, να τραφεί ψυχικά, να ισορροπήσει, να ξεμπλέξει το μπλεγμένο κουβάρι των διαπροσωπικών ή/και επαγγελματικών σχέσεων; Πώς θα αντιμετωπίσω τις αγωνίες και τις έγνοιες για τις οικονομικές δυσκολίες του παρόντος και του μέλλοντος, τις ανάγκες της ανατροφής των παιδιών μου, τους κινδύνους της καθημερινότητας, την έλλειψη βοήθειας, κατανόησης, συμπαράστασης, αγάπης, υποστήριξης, αποδοχής; Πώς θα τα βγάλω πέρα όταν βλέπω ότι δεν μπορώ;’
Φτάνει συχνά να ανοίξουμε λίγο ‘χώρο’ στην ψυχή μας, να στραφούμε με διάθεση να αφουγκραστούμε το εσωτερικό μας, και τότε η κατάθλιψη σαν κατάσταση παύει να είναι κάτι το ‘ξένο’, περίεργο, σκοτεινό και ακατανόητο, αλλά αντίθετα αρχίζει να ‘κάνει νόημα’. Το ζήτημα είναι να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας να μάθει να αφουγκράζεται ‘το μέσα του’, χωρίς να βιάζεται να υποδείξει λύσεις, να κάνει αξιολογήσεις, αναφορές καθηκόντων και αναγκών, χωρίς να κατακρίνει και να μας πιέζει κι άλλο. Απλά να ακούσουμε την ψυχή μας και να μείνουμε για λίγο μαζί της, χωρίς απαιτήσεις, αιτήματα και σκοπό. Να δώσουμε το δικαίωμα στον εαυτό μας να ‘υπάρξει’ μαζί μας, να νοιώσουμε ο ένας τον άλλον, η μία την άλλη, το συναίσθημα και η λογική, σαν φίλοι. Σαν φίλοι που απλά μοιράζονται και λένε τα δικά τους. Χωρίς το φόβο της απόρριψης, χωρίς πιέσεις και ‘συμβουλές’. Όταν ο εαυτός σιγουρευτεί ότι κάποιος τον ακούει, θα αρχίσει να μιλάει και να λέει. Και όσο λέει, τόσο θα αντιλαμβάνεται. Και όσο αντιλαμβάνεται, τόσο καλύτερα θα είναι σε θέση να γνωρίζει τι συμβαίνει και τι χρειάζεται να γίνει. Και να βλέπει τι μπορεί να κάνει αλλά και πού και γιατί δεν μπορεί και χρειάζεται βοήθεια. Ο εσωτερικός δίαυλος αντίληψης θα αρχίσει να ανοίγει ξανά, η ενδοεπικοινωνία θα βελτιωθεί και οι δυνατότητες βοήθειας και αυτοβοήθειας θα διευρυνθούν. Τα προβλήματα θα αποκτήσουν όνομα και μορφή, η κατάθλιψη θα πάψει να είναι κάτι απειλητικά ξένο και ακατανόητο. Είναι μέρος μας, μέρος της ψυχής μας, της ζωής μας. Έχει πράγματα να μας πει, που είναι πολύτιμα. Δεν χρειάζεται να τα καταπιέσουμε, να τα ναρκώσουμε για να είμαστε ‘καλά’. Χρειάζεται να τα γνωρίσουμε και συνειδητά (υποσυνείδητα τα γνωρίζουμε ήδη, γι’ αυτό υποφέρουμε), να συμμαχήσουμε μαζί τους σε μια διαδικασία αλλαγής αυτών που πρέπει να αλλάξουν, ώστε να μπορέσουμε να πάρουμε μια πραγματικά βαθιά και ελεύθερη ανάσα και να νοιώσουμε την ικανοποίηση της χαράς.
Ανθοϊάματα υπάρχουν πολλά βεβαίως που μπορούν να υποστηρίξουν τις διαδικασίες αντιμετώπισης της κατάθλιψης. Υπάρχουν κάποια που φαίνεται να χρειάζονται πολύ συχνά, ενώ άλλα ακολουθούν τις προσωπικές ανάγκες της διαδικασίας του κάθε ατόμου -διαδικασίες κατανόησης και αντίληψης, ανακούφισης προβλημάτων, ανάπτυξης δεξιοτήτων, αλλαγών και πραγματοποίησης κατάλληλης δράσης κλπ. Το ανθοΐαμα Cherry Plum των Bach Flower Remedies είναι πολύ βασικό στο να αρχίσει να χαλαρώνει σταδιακά την εσωτερική ένταση της απελπισίας και του αδιεξόδου, και να αρχίσει να ‘χτίζει’ μια άμεση επικοινωνία του συναισθήματος και της λογικής για το τι πραγματικά συμβαίνει μέσα μας. Εκτός από τη βοήθεια καθαυτή που μπορεί να δώσει στις καταστάσεις όπου χρειάζεται, είναι ένα καλό ξεκίνημα και μια βοήθεια ανεκτίμητη για την καλλιέργεια αυτοαντίληψης και ψυχολογικής αυτεπίγνωσης για τον σημερινό υπερβολικά ‘διανοητικοποιημένο’ άνθρωπο. Και άλλα ανθοϊάματα θα χρειαστούν φυσικά, ανάλογα με τις εξατομικευμένες ανάγκες, την προσωπικότητα και τις συνθήκες ζωής. Η ομοιοπαθητική μπορεί να συνδράμει ουσιαστικά, με την προϋπόθεση βέβαια ότι τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας στην κάθε χρονική φάση προσδιορίζονται κατάλληλα. Η Emotional Freedom Technique (EFT) μπορεί να επισπεύσει και να διευρύνει άμεσα τη διαδικασία, το Rapid Eye Movement Desensitization and Reprocessing (EMDR) μπορεί να απαλλάξει γρήγορα από το ψυχικό τραύμα και από αρνητικά συναισθήματα που απορρέουν από αυτό. Ένας κατάλληλα προσαρμοσμένος στις ανάγκες του ατόμου συνδυασμός τέτοιων προσεγγίσεων μπορεί τελικά να καταστήσει την κατάθλιψη –και τη διαδικασία υπέρβασής της- μια από τις μεγαλύτερες ευεργεσίες της ζωής και ένα σταθμό ανάκαμψης για την εξέλιξη του ατόμου.

Η Μαρίνα Αγγελή είναι ιατρός με ειδίκευση στην ψυχιατρική, εκπαίδευση στην Συστημική Ψυχοθεραπεία και πολυετή ενασχόληση με εναλλακτικές θεραπείες και κυρίως με τη μέθοδο των Ανθοϊαμάτων και τις θεραπευτικές εφαρμογές τους στην αντιμετώπιση ψυχολογικών προβλημάτων. Έχει γράψει πολλά άρθρα και εργασίες για τα Ανθοϊάματα καθώς και το βιβλίο 'Ανθοθεραπεία με τα Ιάματα Μπαχ'.
